Γερμανιώτικο ευθυμογράφημα από τον Γιώργο Τ. Αλεξίου: Τ΄ αρνίθια {τα κοτόπουλα}
Κατά τη δεκαετία του 1950 υπήρχαν στον Γέρμα πολλοί νεαροί εφηβικής και μετεφηβικής ηλικίας. Όλοι αυτοί μαζεύονταν τότε σε ομάδες 5 – 6 ατόμων, τριγύριζαν κάθε βράδυ στους στενούς και σκοτεινούς δρόμους του χωριού, και για να διασκεδάσουν πείραζαν τους χωρικούς κι έκαμαν στα κρυφά διάφορες μικροζημίες στα σπίτια τους. Συνήθως, έκλεβαν απ’ τα μπαλκόνια τα λουκάνικα που είχαν κρεμάσει εκεί οι νοικοκυρές για να ξεραθούν, έμπαιναν στα κελάρια και ξεκρεμούσαν κι έτρωγαν τα σουτζούκια, εισέρχονταν στα κατώγια κι έβγαζαν κι έπιναν απ’ τα βαρέλια κρασί κ.ά. Κατά τις Κυριακές και τις γιορτές, που δεν εργάζονταν στα χωράφια και δεν βοσκούσαν τα πρόβατά τους, άραζαν στο ένα από τα τέσσερα καφενεία του χωριού και χαρτόπαιζαν όλη μέρα για ένα λουκούμι κι ένα τσίπουρο.
Το απόγευμα κάποιας Κυριακής, την ώρα που βρίσκονταν σ΄ αυτό το καφενείο αρκετοί νεαροί, ο καφετζής ανάφερε, ότι τα κοτόπουλά του είχαν μεγαλώσει αρκετά και σκόπευε να τα καταναλώσει. ‘Όταν το άκουσε αυτό ένας ζαβολιάρης νεαρός, σκέφτηκε και πρότεινε στους άλλους να μπούνε το βράδυ στο κοτέτσι τού καφετζή, να κλέψουν τα κοτόπουλά του, να τα σφάξουν και να ζητήσουν από τον ίδιο να τους τα μαγειρέψει. Και όντως αυτό έπραξαν. Μπήκαν στο κοτέτσι, πήραν 3 – 4 κοτόπουλα, τα έσφαξαν και τα πήγαν στον καφετζή για μαγείρεμα. Αυτός αμέριμνος και ανυποψίαστος τα τηγάνισε κι έστρωσε στους νεαρούς πλούσιο τραπέζι με σαλάτες και ρετσίνες. Οι νεαροί, αφού έφαγαν τα κοτόπουλα, επαίνεσαν τον καφετζή για το πετυχημένο ψήσιμο και για τη νοστιμιά των εδεσμάτων, τον ευχαρίστησαν για την άψογη περιποίηση και κατόπιν αναχώρησαν μισομεθυσμένοι για τα σπίτια τους!
Το επόμενο πρωί ο καφετζής πήγε να ταΐσει τα κοτόπουλα και δεν τα βρήκε. Αμέσως κατάλαβε ποιανού ήταν τα κοτόπουλα τής προηγούμενης βραδιάς και εννόησε γιατί γελούσαν τόσο πολύ οι νεαροί όταν τους τα σερβίριζε…!
Οι “κλεφτοκοτάδες” νεαροί τόλμησαν και ξαναπήγαν στο καφενείο αυτό μετά από ένα μήνα περίπου.
Σημείωση. “Αρνίθια” λέγονται στον Γέρμα Καστοριάς γενικώς τα πουλερικά, “αρνίθες” ονομάζονται οι κότες, “πετνάρια” λέγονται οι πετεινοί, και “πούλκες” λέγονται οι πουλάδες. (Το γλωσσικό ιδίωμα του Γέρμα ανήκει στα βόρεια ελληνικά ιδιώματα).