Η ιστορική Αγορά Μοδιάνο διασώθηκε από την κατάρρευση και απέκτησε ένα νέο, μοντέρνο πρόσωπο, ελπίζοντας ότι θα γίνει ξανά σημείο αναφοράς στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
Μεσημέρι Πέμπτης, είκοσι ημέρες πριν από τα εγκαίνια της αναγεννημένης Αγοράς Μοδιάνο, και στο εσωτερικό της στοάς επικρατούν κινητικότητα και ενθουσιασμός. Δύο εργάτες τοποθετούν προσεκτικά μια ταμπέλα καταστήματος στον ανέγγιχτο τοίχο, ενώ πίσω τους ένας μαραγκός γυαλίζει μερικούς πάγκους. Παραδίπλα, τα μέλη ενός συνεργείου βγάζουν αναμνηστική φωτογραφία μπροστά από μια καινούργια πρόσοψη. Όλοι χαμογελούν ικανοποιημένοι, μοιάζουν με θεατρικό θίασο που συμμετέχει με επιτυχία στις τελευταίες πρόβες πριν από τη μεγάλη πρεμιέρα. Και πώς να μην είναι χαρούμενοι, όταν νιώθουν ότι με κάθε τους εργασία, από την τοποθέτηση των φωτιστικών μέχρι την εγκατάσταση του ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, συμβάλλουν στη διαμόρφωση της σύγχρονης ιστορίας της Θεσσαλονίκης.
Όση ώρα τούς παρατηρούσα, προσπαθούσα να ανακαλέσω την τελευταία μου θολή ανάμνηση από την Αγορά. Πρέπει να ήταν χειμώνας, γύρω στο 2012, μέρα μεσημέρι, όταν δύο ποντίκια κυνηγιούνταν μπροστά στην κάτω είσοδο, στην οδό Βασιλέως Ηρακλείου, η οποία ήταν φραγμένη από μηχανάκια. Αυτή η εικόνα εγκατάλειψης και παρακμής φαίνεται ότι ανήκει στο παρελθόν. Ύστερα από περίπου τέσσερα χρόνια με κατεβασμένα ρολά, η Αγορά Μοδιάνο ανοίγει ξανά για το κοινό τη Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου. Την ανακατασκευή και τη λειτουργία της έχει αναλάβει ο όμιλος Φάις, που το καλοκαίρι του 2017 εξαγόρασε το 43,6% από το ΤΑΙΠΕΔ. Εν συνεχεία, απηύθυνε δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος στους μικροεπενδυτές, ώστε σιγά σιγά να φτάσει στο πλειοψηφικό 57%.
Εκατό χρόνια πριν
Ο αρχιτέκτονας Έλι Μοδιάνο ξεκίνησε την κατασκευή της ομώνυμης Αγοράς το 1922 στην πυρίκαυστο ζώνη της πόλης και συγκεκριμένα στο σημείο όπου βρισκόταν η συναγωγή Ταλμούδ Τορά. Όταν ολοκληρώθηκε η μεγαλύτερη κλειστή αγορά των Βαλκανίων, με τα εγκαίνια να πραγματοποιούνται το 1930, αποφάσισε για την εύρυθμη λειτουργία της να κρατήσει ο ίδιος το 60% και το υπόλοιπο να το μοιράσει στους καταστηματάρχες. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, η Αγορά, που το 1983 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο κτίριο από το τότε Υπουργείο Περιβάλλοντος και το 1995 διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, αποτελούσε σημαντικό εμπορικό σημείο της πόλης και της Μακεδονίας. Η αργή αλλά θανατηφόρα φθορά της ξεκίνησε στις αρχές του ’90. Τα μαγαζιά έκλειναν το ένα μετά το άλλο, οι άδειες ήταν πολύ δύσκολο να ανανεωθούν λόγω υγειονομικών ζητημάτων και ταυτόχρονα το κτίριο δεν συντηρούνταν. Κάπως έτσι, το 2017 η Πολεοδομία του Δήμου Θεσσαλονίκης την έκρινε δομικά «επικίνδυνη».
«Αποφασίσαμε να επενδύσουμε δέκα εκατομμύρια ευρώ στην Αγορά Μοδιάνο, γιατί πιστεύουμε ότι η πόλη από το 2010 εξελίσσεται σε ένα εμπορικό και επιχειρηματικό κέντρο. Η ανακαίνιση και η ιδιωτικοποίηση του αεροδρομίου, που βελτίωσε τη σύνδεση με άλλους προορισμούς, η αξιοποίηση του λιμανιού, η ολοκλήρωση της Εγνατίας Οδού και ο εκσυγχρονισμός των εμπορικών διαδρομών του σιδηροδρομικού δικτύου θα εδραιώσουν ξανά τη Θεσσαλονίκη ως έναν πυρήνα εμπορικής δραστηριότητας στα Βαλκάνια.
»Παράλληλα, αυξάνεται ο τουρισμός, αναβαθμίζονται κάθε χρόνο οι κοντινές παραλιακές ζώνες και μεγάλες πολυεθνικές ιδρύουν γραφεία εδώ», αναλύει ο κ. Χασδάι Καπόν, γενικός διευθυντής του ομίλου Φάις, και συμπληρώνει: «Ζούμε μια επανάληψη της ραγδαίας ανάπτυξης που είχε η πόλη στα τέλη του 19ου αιώνα. Τότε ήταν η εγκατάσταση μεγάλων βιομηχανικών μονάδων στην περιοχή, σήμερα η διεύρυνση της οικονομικής ζωής γίνεται μέσω του τουρισμού, της παροχής υπηρεσιών και της διαμετακόμισης εμπορευμάτων».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ομίλου, τον πρώτο χρόνο λειτουργίας αναμένεται να περάσουν από την Αγορά τέσσερα εκατομμύρια επισκέπτες. Από αυτούς, το 50% θα είναι κάτοικοι, μια και 500.000 άνθρωποι ζουν σε απόσταση δέκα λεπτών από το ιστορικό τοπόσημο, ένα εκατομμύριο θα προέρχεται από τις τριγύρω πόλεις, που απέχουν οδικώς το πολύ μιάμιση ώρα, και άλλο ένα εκατομμύριο υπολογίζονται οι εγχώριοι και ξένοι τουρίστες. Με δεδομένο ότι η μελέτη εκπονήθηκε το 2019, δηλαδή πριν από την πανδημία, ρωτάω τον κ. Καπόν αν είναι φιλόδοξη η πρόβλεψη επισκεψιμότητας. «Το 2015, στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, επιλέξαμε σε μια κακόφημη και υποβαθμισμένη γειτονιά, στα δυτικά της πόλης, να μεταμορφώσουμε ένα ερειπωμένο εμπορικό κέντρο σε πρότυπο τουριστικό προορισμό για ψώνια και αναψυχή, το One Salonica. Εφόσον πετύχαμε εκεί, κόντρα σε αντίξοες συνθήκες, να προσελκύσουμε το ενδιαφέρον του κόσμου, αισιοδοξούμε ότι θα τα καταφέρουμε και με την Αγορά Μοδιάνο, η οποία βρίσκεται στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης και αναφέρεται σε όλους τους τουριστικούς χάρτες», σημειώνει.
Ο ίδιος, γέννημα-θρέμμα της πόλης, έχει έντονες μνήμες από την Αγορά, καθώς την έζησε στις δόξες της. Θυμάται τα φορτηγά με τα φρέσκα προϊόντα να καταφθάνουν πρωί πρωί από κάθε γωνιά της Ελλάδας και να προκαλούν ένα ευχάριστο «χάος» στην οδό Ερμού, με κόρνες, φωνές και καροτσάκια που πηγαινοέρχονταν. Αναπολεί τις στιγμές με τον πατέρα του που έψαχναν στο παντοπωλείο του «Κοσμά» για δυσεύρετα είδη, όπως αυγοτάραχο και κονσέρβες με ισπανικές σαρδέλες, και περιγράφει το τρίκυκλο με τα ψώνια που είχε παραγγείλει τηλεφωνικά η μητέρα του, να καταφθάνει σπίτι. Γενικότερα, όπως μου διηγείται, «στην Αγορά ψώνιζαν οι πάντες, όμως έβρισκες και πράγματα που δεν υπήρχαν αλλού. Ήταν ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ στο οποίο μπορούσες να καλύψεις με ποιοτικά και προσιτά προϊόντα όλες τις διατροφικές ανάγκες του νοικοκυριού».
Οι γειτονιές των γεύσεων
Αυτήν ακριβώς τη λειτουργία ως «κεντρική αγορά τροφίμων» ο όμιλος Φάις ήταν υποχρεωμένος βάσει της σύμβασης να τη διατηρήσει. Γι’ αυτό άλλωστε του επιτράπηκε να συνενώσει μόνο ανά δύο τα 144 μικρά καταστήματα, περίπου έξι τετραγωνικών μέτρων το καθένα. Στη σύγχρονη εκδοχή της, η Αγορά Μοδιάνο στα 1.575 τ.μ. ωφέλιμου χώρου του ισογείου θα φιλοξενεί περίπου 75 καταστήματα, τα περισσότερα εκ των οποίων θα έχουν διπλή χρήση. «Θέλουμε η Αγορά να αποτελεί έναν τόπο όπου οι επισκέπτες θα έρχονται να ψωνίζουν για το σπίτι, αλλά θα μπορούν να γεύονται και τα προϊόντα επιτόπου. Ας πούμε σε ένα ιχθυοπωλείο να αγοράζουν φρέσκα ψάρια και να γεύονται ένα τηγανητό μαριδάκι ή σε ένα αλλαντοπωλείο να παραγγέλνουν κρύο σάντουιτς. Βέβαια, αυτό συνέβαινε και παλιότερα, αλλά πολύ πιο ανοργάνωτα και δίχως τις απαραίτητες υγειονομικές προϋποθέσεις», λέει ο κ. Καπόν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της διπλής χρήσης είναι το εγχείρημα του μαιευτήρα – γυναικολόγου Χρήστου Αρναούτογλου, που μαζί με άλλους δύο συνεταίρους θα ανοίξουν ένα τριπλό μαγαζί με βάση το ψάρι. «Πρόκειται για ένα παραδοσιακό ιχθυοπωλείο το οποίο θα πουλάει κανονικά ψάρια και θαλασσινά. Δίπλα θα υπάρχει ένας πάγκος για σούσι, όπου ο πελάτης θα διαλέγει από τις κασέλες τι θέλει να του ετοιμάσουν, και ακριβώς απέναντι θα λειτουργεί ένα μπαρ-εστιατόριο με Nikkei κουζίνα, η οποία λείπει σήμερα από την πόλη», εξηγεί. Γενικότερα, η Αγορά θα περιλαμβάνει από κρεοπωλεία και μανάβικα μέχρι καφεκοπτεία και καταστήματα με ξηρούς καρπούς, ενώ προβλέπονται και εννιά καταστήματα εστίασης.
Πρακτικά, για την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού, αλλά και για υγειονομικούς λόγους, θα είναι χωρισμένη ανά είδος σε γειτονιές γεύσεων, συγκεντρώνοντας προϊόντα από όλη τη χώρα. Ανάμεσά τους, μανιτάρια από τα Γρεβενά, όσπρια από την Καστοριά, λάδι και τυρί από τη Μυτιλήνη και την Κρήτη.
Στην κουβέντα μου με τον κύριο Καπόν, στα γραφεία της εταιρείας απέναντι από την Αγορά, προσπάθησα να χαρτογραφήσω το προφίλ των επιχειρήσεων που ενδιαφέρθηκαν να νοικιάσουν χώρο, σκεπτόμενος την τολμηρή επιχειρηματική πρωτοβουλία του γιατρού. «Έχουμε συζητήσει με περισσότερους από πεντακόσιους, μεταξύ των οποίων κάποιοι Τούρκοι και μερικοί Έλληνες επενδυτές από Ελβετία και Γερμανία. Χοντρικά, τρεις είναι οι κατηγορίες των ενδιαφερομένων. Παραδοσιακές αλυσίδες τροφίμων της Θεσσαλονίκης που δεν διατηρούν άλλο κατάστημα στο ιστορικό κέντρο της πόλης, επιχειρηματίες από τις περιφερειακές πόλεις, όπως το Κιλκίς και η Κοζάνη, οι οποίοι κυρίως στοχεύουν να αυξήσουν την αναγνωρισιμότητα της μάρκας τους, και καλά οργανωμένες επιχειρήσεις που θέλουν να συνδυάσουν το όνομά τους με την ιστορική επαναλειτουργία της Αγοράς. Μια πολύ μεγάλη εταιρεία είναι δύσκολο να επενδύσει σε ένα μικρό μαγαζί στη Μοδιάνο, γιατί οι δυνατότητες αποθήκευσης είναι περιορισμένες», απαντά και καλεί τον κ. Θανάση Παππά, υπεύθυνο λειτουργίας, να με ξεναγήσει.
Σύγχρονη λειτουργία
Το υπόγειο της Αγοράς, το οποίο έχει αντίστοιχο εμβαδόν με το ισόγειο, θυμίζει αποθήκες σύγχρονου εμπορικού κέντρου. Σε καμία περίπτωση δεν πιστεύεις ότι εδώ θα λειτουργήσουν ψυγεία κρεάτων ή ότι θα αποθηκεύονται φρούτα και λαχανικά. Σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου η αποθήκη ήταν ενιαία και τα εμπορεύματα στοιβάζονταν το ένα δίπλα στο άλλο, κάθε κατάστημα έχει ακριβώς από κάτω του τη δική του ξεχωριστή αποθήκη.
Μάλιστα, κάθε επιχειρηματίας έχει τη δυνατότητα να τα ενώσει αν επιθυμεί, για να κερδίζει χρόνο στη μεταφορά. «Η ανάγκη μας να υπάρξει ένας λιτός φαινομενικά ισόγειος χώρος μάς οδήγησε στο να μετατρέψουμε το υπόγειο σε ένα σύγχρονο backstage που υποστηρίζει αποτελεσματικά ολόκληρη τη λειτουργία της Αγοράς», υπογραμμίζει η αρχιτέκτονας Μόρφω Παπανικολάου, εκ των συντακτών της αρχιτεκτονικής μελέτης, ενώ ο Δημήτρης Τριάντος, επικεφαλής μηχανικός της Έμμετρον, της εταιρείας που ανέλαβε τη διεύθυνση του έργου, συμπληρώνει πως «ήταν μεγάλη πρόκληση, εκτός από την αποκατάσταση του στατικού φορέα, να αναβαθμίσουμε συνολικά τα δίκτυα και να εγκαταστήσουμε συστήματα πυρασφάλειας, πυρόσβεσης και πυρανίχνευσης».
Κατά την ξενάγησή μας, ο κ. Παππάς μού παρουσίασε όλες τις υποδομές αναλυτικά, όπως το δίκτυο οπτικής ίνας, που επιτρέπει στους ιδιοκτήτες να ελέγχουν εξ αποστάσεως όλο το εικοσιτετράωρο την κατάσταση των αποθηκών τους, και στάθηκε ιδιαίτερα στη διαχείριση των αποβλήτων. Με φόντο το δωμάτιο με τον δεματοποιητή ανακυκλώσιμων υλικών, όπου συλλέγονται και συσκευάζονται από το προσωπικό της Αγοράς οι ξύλινες παλέτες και όλες οι συσκευασίες χαρτιού, γυαλιού και πλαστικού, μοιράστηκε τη φιλοσοφία του ομίλου για την ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων. «Στόχος μας είναι η μικρότερη δυνατή επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Εκτός από την ανακύκλωση, συγκεντρώνουμε σε ένα ειδικό ψυγείο όλα τα οργανικά απόβλητα για να μη μυρίζουν και ύστερα τα διαθέτουμε για αξιοποίηση, π.χ. για ζωοτροφές».
Αν το αφανές υπόγειο, με τον προηγμένο τεχνολογικό του εξοπλισμό, εκσυγχρόνισε τη λειτουργία της Αγοράς και την «έφερε» στο μέλλον, τότε η δημιουργία της υπερυψωμένης πλατείας που αιωρείται πάνω από τα καταστήματα του ισογείου ενίσχυσε τον δημόσιο χαρακτήρα της. Μπροστά από τους δύο αντικριστούς εξώστες –των 160 τ.μ. έκαστος– επί των οδών Ερμού και Βασιλέως Ηρακλείου, όπου στις αρχές λειτουργούσαν τα γραφεία της Αγοράς και σήμερα θα στεγάσουν ένα σύγχρονο ταχυφαγείο και ένα καινούργιο μπαρ, απλώνεται ένας εντυπωσιακός κοινόχρηστος χώρος 800 τ.μ. με τραπεζοκαθίσματα. Εδώ οι επισκέπτες θα μπορούν να καταναλώνουν προϊόντα που αγόρασαν από τα μαγαζιά, να ξεκουράζονται και να απολαμβάνουν το φυσικό φως που μπαίνει από τη διάφανη στέγη με τα λεπτεπίλεπτα μεταλλικά δικτυώματα. Η πρόσβαση γίνεται είτε από τις κυκλικές μαρμάρινες σκάλες, οι οποίες αποκαλύφθηκαν κατά την ανακατασκευή, είτε από τους τρεις ανελκυστήρες που προβλέφθηκαν για άτομα με κινητικά προβλήματα. Επίσης, σε αυτή την αιωρούμενη πλατεία υπάρχουν ειδικές μπάρες που εξασφαλίζουν την εύκολη κίνηση σε άτομα με αμαξίδιο και σε γονείς με καροτσάκι.
Το κοινωνικό αποτύπωμα
Το ίδιο βράδυ με τη συνέντευξη και την ξενάγηση, κάτι ανεξήγητο με οδήγησε να επιστρέψω στην Αγορά. Ίσως για να διαπιστώσω αν εκείνο το φωτάκι στη μνήμη, με το κυνηγητό των ποντικιών, έχει πράγματι σβήσει. Στάθηκα στο σημείο της αρχικής μου ανάμνησης. Ο διακριτικός εξωτερικός φωτισμός, που «αναδεικνύει τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του κτιρίου χωρίς να αλλοιώνει τη μορφή του», όπως μου είπε τηλεφωνικώς η Ελευθερία Ντεκώ, η οποία επιμελήθηκε τη σχετική μελέτη, εξέπεμπε μια ζεστασιά που με έκανε να νιώσω φιλόξενα. Είναι σπουδαίο τα κτίρια να μένουν «ζωντανά» και τη νύχτα, να κρατούν συντροφιά και να παρέχουν ασφάλεια σε όσους περπατούν μόνοι. Αρκεί, όπως συμβαίνει στην Αγορά, να εξοικονομούν ενέργεια με τη χρήση φωτιστικών χαμηλής κατανάλωσης που σέβονται το περιβάλλον.
Ακόμη πιο σπουδαίο είναι το ότι ένα μνημείο της Θεσσαλονίκης διασώθηκε από την κατάρρευση και δίνεται ξανά για χρήση στο κοινό, συγκολλώντας ξανά τον ρημαγμένο ιστό του ιστορικού κέντρου και πυροδοτώντας ένα θετικό ντόμινο για την τοπική κοινωνία. Εκτιμάται ότι θα δημιουργηθούν 400 νέες θέσεις εργασίας μόνιμου χαρακτήρα, οι 60 μικροϊδιοκτήτες θα αποκτήσουν ένα επιπλέον εισόδημα, ενώ τα μαγαζιά της γειτονιάς που ήταν εγκαταλελειμμένα έχουν γεμίσει σχεδόν όλα. Εκατό χρόνια μετά την κατασκευή της, η επαναλειτουργία της Αγοράς Μοδιάνο είναι άλλο ένα σημάδι που δείχνει ότι η Θεσσαλονίκη συμφιλιώνεται με το παρελθόν της, εκσυγχρονίζει το παρόν της και χτίζει το μέλλον της.
ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΤΕΣΤ
Θωμάς Δούζης, συνιδρυτής και συνιδιοκτήτης της εταιρείας ERGON
«Η θεσσαλονίκη είναι η πόλη που αγαπάμε να ζούμε, που ξεκινήσαμε το πρώτο ERGON, δεν γινόταν να είμαστε απόντες από την Αγορά Μοδιάνο. Αποφασίσαμε λοιπόν να εγκαινιάσουμε ένα καινούργιο γαστρονομικό πρότζεκτ, που φέρει το όνομα 72h. Εδώ και δύο χρόνια έχουμε αγοράσει έναν φούρνο και πειραματιζόμαστε με τον σεφ μας, Παναγιώτη Ξάνθη, σε ζύμες αργής ωρίμανσης, με διάρκεια 72 ωρών, που δεν περιέχουν καθόλου συντηρητικά ούτε πρόσθετα. Θα διαθέτουμε ψωμί, κρουασάν, πίτες, τσουρέκια, κουλούρια αλλά και δύο τοστ, φτιαγμένα με την ίδια ζύμη. Ουσιαστικά, θεωρήσαμε ότι η Αγορά είναι το πιο κατάλληλο μέρος για να τεστάρουμε τη νέα μας ιδέα, η οποία φιλοδοξούμε μετά να λειτουργήσει αυτόνομα, ως ξεχωριστή αλυσίδα καταστημάτων».
ΤΡΙΤΗ ΓΕΝΙΑ ΕΝΟΙΚΙΑΣΤΩΝ
Σωτήρης Γκόσης, κρεοπωλείο Ο Μιχάλης
«το 1941, ο παππούς μας ο Σωτήρης, που διατηρούσε πτηνοτροφείο στο Ωραιόκαστρο, άνοιξε μαγαζί στη Μοδιάνο. Πουλούσε τα κοτόπουλα ζωντανά σε σιδερένια τελάρα. Μας έλεγε ότι εξαιτίας του πολέμου και της πείνας όλοι έψαχναν τα πιο λιπαρά. Αργότερα, ο πατέρας μας εξέλιξε το κατάστημα σε πτηνοαυγοπωλείο με το όνομα Ο Μιχάλης και εξυπηρετούσε τα καλύτερα εστιατόρια της πόλης. Λίγο πριν από το 2000, επεκταθήκαμε σε κρεοπωλείο και φτάσαμε μέχρι την οδό Ερμού. Καθημερινά, σχηματίζονταν ουρές ως το μεσημέρι. Δουλεύαμε όλοι μαζί, ο αδελφός μου Θανάσης, οι γονείς μας και εφτά άτομα προσωπικό. Στην Αγορά ο κόσμος ερχόταν για να βρει το καλό, το φρέσκο, όχι το φθηνό. Θυμάμαι στα χριστουγεννιάτικα τραπέζια να λένε με καμάρι ότι αγόρασαν τη γαλοπούλα από τη Μοδιάνο. Αυτό που μου έχει λείψει περισσότερο είναι ο καθημερινός παλμός και τα πειράγματα με τις ποδοσφαιρικές ομάδες. Ήμασταν οι τελευταίοι που φύγαμε. Ο πατέρας μας ήθελε να συνεχίσουμε την ιστορία της οικογένειας και πίστευε ότι, αν κρατήσουμε την Αγορά ανοιχτή, θα βρεθεί ένας τρόπος να διασωθεί. Στο τέλος, καθαρίζαμε μόνοι μας όλη τη στοά! Ανυπομονούμε να βρεθούμε ξανά εκεί».
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
1922 O αρχιτέκτονας Έλι Μοδιάνο κατασκευάζει ένα επίμηκες μονώροφο κτίριο με υπόγειο και εσωτερικά μπαλκόνια, έκτασης 2.700 τ.μ.
1930 Πραγματοποιούνται τα εγκαίνια της Αγοράς Μοδιάνο με μια μεγάλη γιορτή.
1983 Χαρακτηρίζεται από το τότε Υπουργείο Περιβάλλοντος διατηρητέο κτίριο.
1995 Επειδή αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα κτιρίου αγοράς με στοά, το Υπουργείο Πολιτισμού το χαρακτηρίζει ιστορικό διατηρητέο μνημείο.
2017 Η Πολεοδομία του Δήμου Θεσσαλονίκης κρίνει το κτίριο δομικά επικίνδυνο. Την ίδια χρονιά υπογράφεται η σύμβαση του ομίλου Φάις με το ΤΑΙΠΕΔ.
2020 Ξεκινούν οι εργασίες αποκατάστασης.
2022 Η Αγορά Μοδιάνο ζωντανεύει ξανά.
Οι άνθρωποι πίσω από το έργο
Κύριος έργου F.L.S. Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία Αναπτυξιακή Αξιοποίηση Ακινήτων Βορείου Ελλάδος Διεύθυνση έργου/construction management Έμμετρον Τριάντος Δημήτριος ΙΚΕ, δρ Δημήτριος Τριάντος, διδάκτωρ μηχανικός ΕΜΠ Αρχιτεκτονική μελέτη Sparch Σακελλαρίδου/Παπανικολάου Αρχιτέκτονες – Υπεύθυνος μελέτης Μόρφω Παπανικολάου Ειδικός σύμβουλος Κλεοπάτρα Θεολογίδου, αρχιτέκτων μηχανικός, MA Conservation Studies Στατική μελέτη/επίβλεψη Αθανάσιος Ι. Κοντιζάς, πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, Msc. Ηλεκτρομηχανολογική μελέτη Σαμαράς & Συνεργάτες Α.Ε. Σύμβουλοι Μηχανικοί Μελέτη φωτισμού ανάδειξης Eleftheria Deko & Associates Lighting Design Ειδικός σύμβουλος: Jepa I. Παπαγρηγοράκης & Συνεργάτες Υπεργολάβος ενισχύσεων Conic Ike.