Σήμερα το έθιμο αναβιωμένο, διατηρεί όλα τα στοιχεία του. Όπως παλαιότερα έτσι και τώρα,για την προετοιμασία της παλιαπούλιας παιδιά και έφηβοι από κάθε γειτονιά αρχίζουν το μάζεμα των αγκαθιών από εβδομάδες πριν.
Οι μαχαλάδες ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα συγκεντρώσει τα περισσότερα. Παιδιά, μικρά και μεγάλα, μεταφέρουν «τσάκνα», (έτσι λέμε τα αγκάθια που τα ξεριζώνουν απ ‘τους φράκτες των χωραφιών), απ ‘τα κλαδεμένα φυτώρια, απ ‘το δασάκι δίπλα στον Αλιάκμονα.
Το πιο δύσκολο απ ‘όλη τη διάρκεια του εθίμου αυτού, αλλά συγχρόνως και διασκεδαστικό, είναι η φύλαξη για βδομάδες ολόκληρες των αγκαθιών, που ο όγκος τους μεγαλώνει. Γι αυτό χρειάζεται η κάθε γειτονιά να βρει ένα καλό μέρος, ασφαλές, αποθήκες ή αυλές με ψηλά ντουβάρια. Γιατί τόσες προφυλάξεις;
Το βράδυ, γείτονες και παιδιά φυλάγουν, μη τους ανάψει κανείς τη φωτιά από άλλη γειτονιά, γιατί ο ανταγωνισμός υπαγορεύει, όχι ποιος μαχαλάς θα ανάψει την παλιαπούλια του πρώτος, αλλά ποιος τελευταία. Γιατί σκοπός είναι να συγκεντρώσουν περισσότερο κόσμο για το τελικό γλέντι. Έτσι οι Αργείτες μετακινούνται γρήγορα απ’ τη μια στην άλλη γειτονιά.
Το άναμμα με άχυρο ή με πετρέλαιο ολόγυρα στη βάση της παλιαπούλιας την κάνει να μπουμπουνίζει, γι’ αυτό κι αλλιώς τις φωτιές τις λέμε μπουμπούνες.
Τα μικρά παιδιά απολαμβάνουν τώρα τους κόπους τόσων ημερών. Όσο πιο ψηλά πάνε οι φλόγες της φωτιάς , τόσο πιο περήφανα νιώθουν για τη γειτονιά τους. Με βεγγαλικά, πιστολιές, «πράτσα-προύτσα» και «στράκα-στρούκες» -φτιαγμένες από τον ήχο τους οι λέξεις –κορυφώνεται η διασκέδασή τους.
Για τους μεγάλους όμως το γλέντι γύρω από τη φωτιά είχε και μέχρι σήμερα έχει χαρακτήρα τελετουργικό και γεύση πιπεράτη.
Κι ενώ οι γυναίκες κερνούν μεζέδες, τσίπουρο, κρασί, γλυκά, οι άντρες αρχίζουν το χορό. Έναν χορό αργό, ρυθμικό με κινήσεις συμβολικές κι ένα τραγούδι, που κάνει τις νέες να κοκκινίζουν και τους νέους να χαμογελούν πονηρά απ’ τα υπονοούμενα.
Κι ό,τι δεν φαίνεται με τη γραπτή απόδοση του τραγουδιού, αποκαλύπτεται με τις πονηρές συλλαβές που επίτηδες επαναλαμβάνονται συνδυασμένες μεταξύ τους.
Το έθιμο της παλιαπούλιας τηρείται σε όλα τα χωριά του Δήμου με μικρές παραλλαγές. Στα Σπήλαια για παράδειγμα, τη βραδιά της «Καραμαγκέλας», έτσι ονομάζουν την παλιαπούλια, δένουν στην κορφή του στύλου, στον οποίο στοιβάζονται τα αγκάθια, ένα δεμάτι άχυρο.
Με τη δύση του ήλιου ανάβει κάθε γειτονιά τη φωτιά της. Στη μια πλευρά της παίρνουν θέση με τα κυνηγητικά τους όπλα κάτοικοι του χωριού αλλά και επισκέπτες , ενώ πιο πίσω οι υπόλοιποι άοπλοι συμμετέχοντες.
Με το άναμμα της φωτιάς αρχίζουν και πυροβολούν το δεμάτι με το άχυρο, μέχρι να το αποκόψουν από το στύλο. Σκοπός είναι να αποκοπεί το δεμάτι με όσο το δυνατόν λιγότερες τουφεκιές.
Η γειτονιά που θα το κατάφερνε αυτό, θεωρούνταν στα παλαιότερα χρόνια, γειτονιά της χρονιάς. Η επιβράβευση ήταν μόνο ηθική αλλά επεκτείνονταν και σε κάποια πειράγματα προς τους αντιπάλους με στίχους της στιγμής ενώ άφθονο κρασί και παραδοσιακές πίτες συμπλήρωναν το κέφι της βραδιάς .
Οι ρίζες του εθίμου μετρούν από τα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Η βραδιά της Καραμαγκέλας ήταν μια καλή ευκαιρία για τους καταπιεσμένους Έλληνες να εξασκηθούν στην σκόπευση. Με το πέρασμα των χρόνων, όταν το να είσαι καλός σκοπευτής αποτελούσε κοινωνική καταξίωση αλλά και τρόπος επιβίωσης,το έθιμο διατηρήθηκε και σώθηκε μέχρι της μέρες μας.
Αργά τη νύχτα της Παλιαπούλιας, όταν η φωτιά χαμηλώνει, οι νέοι πηδούν από πάνω τρεις φορές, για να φύγουν οι ψύλλοι, έλεγαν παλιά. Αλλά απ΄ τα σκώμματα και τα χωρατά που ξεστομίζουν οι γύρω καταλαβαίνεις ότι εννοούν τους ερωτικούς πειρασμούς. Χορεύουν πάνω από τη φωτιά για να καθαρθούν από τους πειρασμούς και καθαροί πια να ετοιμαστούν για τη περίοδο της νηστείας.
ΤΟ «ΧΑΣΚΑ» ή « ΧΑΣΚΑΡΙ»
Το ίδιο βράδυ, είτε στα σπίτια είτε γύρω από τις φωτιές, τελείται κι άλλο ένα έθιμο της Αποκριάς, συμβολικό, το «χάσκα» ή «χάσκαρι», από το ρήμα χάσκω. Στον ξύλινο κλώστη–πλάστη της πίτας δένουν με μια κλωστή ένα βρασμένο αυγό.
Αραδιάζονται όλοι και δοκιμάζουν να το χάψουν, καθώς περνάει αιωρούμενο από μπροστά τους. Εξάλλου είναι διασκεδαστικό το θέαμα, να κυνηγά κανείς με ανοιχτό το στόμα ένα αβγό, που κινείται κρεμασμένο.
Οι παλιοί πάντως για την ερμηνεία του εθίμου αυτού έλεγαν: «το στόμα κλείνει την Τυρινή της Κυριακής μ ΄ένα αβγό, για ν’ ανοίξει το Πάσχα πάλι με αβγό». Έτσι συμβόλιζαν αυτή την περίοδο της νηστείας.