Η δίκη του μείζονα Ιρλανδού συγγραφέα Όσκαρ Ουάιλντ ολοκληρώνεται σαν σήμερα το 1895, με τον ίδιο να κρίνεται ένοχος για «τέλεση πράξεων ωμής απρέπειας» και να καταδικάζεται σε δύο χρόνια καταναγκαστικής εργασίας.
Προτού καταδικαστεί για σοδομισμό, ο διάσημος συγγραφέας του «Πορτρέτου του Ντόριαν Γκρέι» και του «Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός» έστρεψε άθελά του την προσοχή στην ιδιωτική του ζωή, μέσα από μια διαμάχη με τον Τζον Ντάγκλας, Μαρκήσιο του Κουίνσμπερι, του οποίου ο γιος ήταν στενά συνδεδεμένος με τον Ουάιλντ.
Η ομοφυλοφιλία ήταν ποινικό αδίκημα και σοβαρό κοινωνικό ταμπού την εποχή εκείνη στη Βρετανία. Ο Όσκαρ Ουάιλντ ταλαντευόταν ανάμεσα στην απόκρυψη του σεξουαλικού του προσανατολισμού και στην προσπάθεια να εξασφαλίσει κάποιο είδος δημόσιας αποδοχής για τον τρόπο ζωής του.
Αφότου ο Ντάγκλας, βάρβαρος και ακλόνητα ομοφοβικός, άρχισε να εκφράζει στο κοινό τις αντιρρήσεις του για τη συμπεριφορά του Ουάιλντ, ο συγγραφέας ένιωσε υποχρεωμένος να τον μηνύσει για συκοφαντική δυσφήμιση.


Ο Όσκαρ Ουάιλντ στο εδώλιο για τον «έρωτα που δεν τολμά να πει το όνομά του»
Σύντομα η δίκη έγινε αντικείμενο δημόσιας συζήτησης, καθώς γαργαλιστικές λεπτομέρειες των ιδιωτικών στιγμών του Ουάιλντ έβγαιναν στην δημοσιότητα, και μαζί τους το παρασκήνιο του υποκόσμου της ανδρικής πορνείας του Βικτωριανού Λονδίνου, τον οποίο τόσο καλά γνώριζε ο Ουάιλντ.
Οι σχέσεις του με εκβιαστές, ιερόδουλους, παρενδυτικούς και ομοφυλοφιλικά πορνεία καταγράφηκε επίσημα, ενώ πολλοί από τους εμπλεκόμενους υποχρεώθηκαν να συνεργαστούν με την υπεράσπιση και να παραστούν ως μάρτυρες, αποφεύγοντας έτσι να καταδικαστούν οι ίδιοι.
Η δίκη ξεκίνησε στις 3 Απριλίου 1895, εν μέσω γενικευμένης υστερίας, τόσο από τον Τύπο όσο και από το κοινό. Το πλήθος των αποδείξεων που είχαν μαζευτεί κατά του Ουάιλντ ήταν τέτοιο, ώστε ο συγγραφέας υποχρεώθηκε να υπενθυμίσει πως «εγώ είμαι ο ενάγων σε αυτή τη δίκη».
Στην υπεράσπισή του, ο Ντάγκλας υποστήριξε ότι ο Ουάιλντ είχε παρακινήσει 12 αγόρια να διαπράξουν σοδομισμό μεταξύ 1892 και 1894. Την τρίτη ημέρα της διαδικασίας, ο δικηγόρος του Ουάιλντ απέσυρε τη μήνυση σε βάρος του Κουίνσμπερι, καθώς υπήρχαν άφθονα στοιχεία για την ενοχή του πελάτη του.

Ο Μαρκήσιος κρίθηκε αθώος, αφού αποδείχθηκε ότι η κατηγορία του για τον Ουάιλντ ήταν δικαιολογημένη, «υπαρκτή τόσο στην ουσία της όσο και ως γεγονός». Επιπλέον, ο νόμος καθιστούσε τον Ουάιλντ υπόχρεο στην κάλυψη των νομικών εξόδων του Κουίνσμπερι, γεγονός που οδήγησε τον συγγραφέα στην πτώχευση. Μετά από την εξέλιξη αυτή, το Στέμμα εξέδωσε ένταλμα για τη σύλληψη του Ουάιλντ με τις κατηγορίες του σοδομισμού και της προσβολής των χρηστών ηθών.
Αντί να καταφύγει στη Γαλλία όπως τον προέτρεψαν οι φίλοι του, ο Ουάιλντ αποφάσισε να παραμείνει και να δικαστεί «σαν άνδρας», όπως τον συμβούλεψε η μητέρα του, παρότι όπως δήλωνε ο ίδιος, «το τρένο έχει φύγει. Είναι πολύ αργά».
Συνελήφθη στις 6 Απριλίου 1895, κρίθηκε προφυλακιστέος και μεταφέρθηκε στη γυναικεία φυλακή Χόλογουεϊ στο βόρειο Λονδίνο. Οι ακόλουθες διαδικασίες κινήθηκαν πολύ γρήγορα και στις 26 Απριλίου 1895 ξεκινούσε η δίκη με κατηγορούμενο τον Ουάιλντ, ο οποίος δήλωνε αθώος.
Στην πρώτη ποινική δίκη του Ουάιλντ, αντεξετάστηκε εκτενώς για τον «έρωτα που δεν τολμάει να πει το όνομά του». Ο συγγραφέας κατάφερε να εξασφαλίσει μια προσωρινή κακοδικία, όταν ένας ένορκος αρνήθηκε να ψηφίσει για να καταδικαστεί.
Στένσιλ του Banksy έξω από τη φυλακή του Ρέντινγκ, όπου κρατήθηκε ο Όσκαρ Ουάιλντ © EPA/Joshua Bratt
Η δεύτερη δίκη ξεκίνησε στις 21 Μαΐου. Αν και πολλοί από τους πιθανούς μάρτυρες αρνήθηκαν να προδώσουν τον Ουάιλντ καταθέτοντας, η ετυμηγορία του δικαστή Ουίλς επέφερε τη μέγιστη δυνατή ποινή από τον νόμο, και μάλιστα ως «εντελώς ανεπαρκή για μία υπόθεση σαν και αυτή» την οποία χαρακτήρισε ως «την χειρότερη υπόθεση που έχω χειριστεί».
Η απάντηση του Ουάιλντ «Κι εγώ; Να μην πω τίποτα, άρχοντά μου;» πνίγηκε μέσα στις οργισμένες ιαχές «ντροπή» του ακροατηρίου.

Ο Ουάιλντ εξέτισε τα δύο χρόνια της ποινής και στη συνέχεια, χρεοκοπημένος και με την υγεία του σημαντικά κλονισμένη, πέρασε τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του στην εξορία. Πέθανε σε ηλικία 45 ετών και κηδεύτηκε στο Παρίσι.
Γλυπτό του Όσκαρ Ουάιλντ στο Δουβλίνο © Wikimedia Commons
Πηγή:athensvoice.gr